Το ποίημα Ρωμαίικο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Ηγησώ» (αρ. 9 - Γενάρης 1908)
Ρωμαίικο
Τη νύχτα το νταϊλίκι μου το διαλαλεί η κουμπούρα
και τ’ αμαξιού το καμουτσί το ντέρτι κελαϊδάει
τραγούδια που ξεθύμαναν στων δρόμων τα κανάλια
βραχνά σου λέει η παρέα μου σε παράταιρη κιθάρα
και συ κολλάς στην αγκαλιά της μάνας σου σα φίδι.
Κακός δεν είμαι: η αγάπη σου με χάλασε.
Η δουλιά μου – έρεψε κ’ η κατάντια μου χνώτο έγινε ταβέρνας.
και τ’ αμαξιού το καμουτσί το ντέρτι κελαϊδάει
τραγούδια που ξεθύμαναν στων δρόμων τα κανάλια
βραχνά σου λέει η παρέα μου σε παράταιρη κιθάρα
και συ κολλάς στην αγκαλιά της μάνας σου σα φίδι.
Κακός δεν είμαι: η αγάπη σου με χάλασε.
Η δουλιά μου – έρεψε κ’ η κατάντια μου χνώτο έγινε ταβέρνας.
Στο σπίτι μας μαύρα φτερά τον ήλιο αποσκεπάζουν
και μήνες δεν ακούστηκε λόγος μου στο τραπέζι
Κ’ η μάνα μου όλο ξορκισμούς για την κακιά ώρα κάνει
Που η απονιά σου στο αίμα μου μπόλιασε τη χολή μου
Αν ήξερα, ωιμέ, γράμματα, θερμό ένα ραβασάκι
Θα σ’ έκαμνε να μπιστευτής σε τέτοιο παλικάρι
και μήνες δεν ακούστηκε λόγος μου στο τραπέζι
Κ’ η μάνα μου όλο ξορκισμούς για την κακιά ώρα κάνει
Που η απονιά σου στο αίμα μου μπόλιασε τη χολή μου
Αν ήξερα, ωιμέ, γράμματα, θερμό ένα ραβασάκι
Θα σ’ έκαμνε να μπιστευτής σε τέτοιο παλικάρι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου