Σάββατο 29 Δεκεμβρίου 2012

Η ομιλία του Γιώργου Σαρρή (Παρουσίαση 17/12/2012)


Ο Γιώργος Σαρρής με την κιθάρα τραγουδά τους «Μοιραίους» του Βάρναλη



Πρώτα απ’ όλα θέλω να πω ένα τεράστιο ευχαριστώ στον Ηρακλή που μου έδωσε την ευκαιρία να βρίσκομαι εδώ σε αυτό το τρομερό πάνελ, ξεκινώντας από τον κύριο Αλεξίου. Την ώρα που ξεκίνησε σκέφτηκα αυτό που πολλές φορές έχουμε αισθανθεί, που λέμε ποτέ δεν ξέρεις ποιος κάθεται δίπλα σου και στην περίπτωση μου ίσχυε πόση πηχτή ιστορία υπήρχε δίπλα μου κυλώντας. Όλοι οι ομιλητές πρόσεξα ότι είχαν ένα μικρό ή ένα μεγαλύτερο άγχος, όπως και εγώ τώρα αυτή τη στιγμή, αφού μιλάμε για έναν τόσο τεράστιο άνθρωπο, έναν τόσο τεράστιο λογοτέχνη, ένα τέτοιο τεράστιο φαινόμενο όπως ήταν ο Κώστας Βάρναλης.
Ο τίτλος του βιβλίου «Ο άγνωστος Βάρναλης» ακούγοντας τη σημερινή συζήτηση, κατέληξα ότι είναι τόσο πραγματικός όσο δε λέγεται και να σας πω γιατί. Όσοι βρισκόμαστε σήμερα εδώ είμαστε από κάποιες ηλικίες τουλάχιστον από σαράντα και πάνω, εκτός από πολύ λίγους, επομένως λίγο πολύ έχουμε ακούσει ή έχουμε διαβάσει ποιήματα ή κάποιο τραγούδι του Βάρναλη. Πιστεύω ότι μέχρι την έναρξη της κρίσης όπου πολλά επανέρχονται, ο Βάρναλης είναι τόσο άγνωστος όσο ποτέ δεν ήταν άγνωστος. Πιστεύω ότι το έργο το Βαρναλικό στην ουσία του δε θα απασχολούσε κανέναν ή θα απασχολούσε τους ελάχιστους που ασχολήθηκαν και έζησαν στο παρελθόν εάν δε μας έβαζε σε αυτή την κατάσταση αυτό το οποίο ζούμε. Η νέα γενιά η γενιά που έζησε σε αυτό που μπορούμε να ονομάσουμε εντός εισαγωγικών ευημερία, δε θα είχε κάποιο λόγο να ανοίξει τα αυτιά της και να στραφεί σε κάποιον λογοτέχνη σαν τον Κώστα Βάρναλη. Αυτή η εποχή λοιπόν και αυτό που ζούμε γίνεται ένα τεράστιο ηχείο όπου η φωνή του Βάρναλη ηχεί όχι μόνο σαν ποιητική φωνή αλλά σαν μια τεράστια ανάγκη. Ο Βάρναλης και το έργο του είναι ένα πραγματικό κλειδί, κατά τη γνώμη μου, που μπορεί να ξαναβάλει την τέχνη, όχι μόνο την ποίηση, στο πραγματικό μονοπάτι που της πρέπει. Ο Βάρναλης ο ίδιος και η ζωή του είναι μία πορεία, μια πορεία που ξεκινάει από την καρδιά ενός ανθρώπου που ψάχνει τρόπους να εκφραστεί και να μπει μέσα στη ζωή όπως μπήκε αυτός από πολύ μικρός και καταλήγει σε έναν κοφτερό εντελώς καθαρό σκοπό. Ο Βάρναλης, πιστεύω ότι στην πορεία υποτίμησε την ποιητική του πλευρά παίρνοντας πολύ περισσότερο και πολύ πιο ξεκάθαρα την πλευρά του επαναστάτη. Πρώτα απ’ όλα ήταν επαναστάτης και μετά ήταν ποιητής. Και γιατί; Γιατί ήξερε σαν υλιστής, ότι η τέχνη δεν υπάρχει για την τέχνη. Η τέχνη όπως και όλα τ’ άλλα είναι ένα εργαλείο. Είναι ένα εργαλείο που πρέπει να το δώσεις σε αυτούς που πρόκειται να κάνουν τα δύσκολα βήματα για να μπορέσουν να καταφέρουν αυτά που χρειάζεται και που πρέπει και τους αξίζει να τα καταφέρουν.
Ο Βάρναλης είναι ένας άνθρωπος λαϊκός ο οποίος θα μπορούσε να είναι λόγιος και να βλέπει το λαό από ψηλά, δεν το έκανε όμως, τον αγάπησε, βούτηξε μέσα στο λαό, τον γεύτηκε, τον έζησε και όντας κομμάτι του κατέληξε να είναι κομμουνιστής. Ενας άνθρωπος που έστρεψε όλη του την προσωπικότητα, όλη του την ύπαρξη σε μια συγκεκριμένη ταξική κατεύθυνση. Η ταξική αυτή κατεύθυνση δεν είχε την έννοια κάποιου είδους οπαδισμού, ενός ανθρώπου που έτυχε να είναι οπαδός ή μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος. Είχε την έννοια του να πάρει την πλευρά αυτών που έπρεπε για λογαριασμό τους σαν καταπιεσμένοι να ανατρέψουν το σύστημα το οποίο τους καταπίεζε και να βαδίσουν προς τη δική τους εξουσία.
Σε σχέση με τις προηγούμενες ομιλίες που έγιναν μπορούμε να το δούμε όλο αυτό μέσα από τον τρόπο που λειτούργησε σε ό,τι αφορά την κριτική του σε αυτούς που τους θεωρούσε δάσκαλους και τους θαύμαζε. Η κριτική προς τον Παλαμά, η κριτική προς τον Καβάφη, η κριτική προς όλους αυτούς που όπως είπε ο κύριος καθηγητής, σαν ευγενικός άνθρωπος δε θα το έκανε υπό άλλους όρους, και δεν το έκανε επειδή κάποιοι από αυτούς τον στεναχώρησαν επειδή στράφηκαν εναντίον των μπολσεβίκων, αλλά ένιωσε σαν καθήκον του πιστεύω εγώ ότι έπρεπε να το κάνει γιατί το ζήτημα ήταν πολύ σοβαρό εφόσον αφορούσε την τάξη που τον ενδιέφερε.
Το βιβλίο του Ηρακλή κατά την ταπεινή μου γνώμη είναι ένα πραγματικό αριστούργημα. Για ποιο λόγο; Και νομίζω αξίζει τον κόπο και για όλους αυτούς που το έχουν διαβάσει ή πρόκειται να το διαβάσουν και για όλους αυτούς που θα γράψουν για το βιβλίο τις επόμενες μέρες, να προσέξουν τον τρόπο με τον οποίο περνά από το ένα κεφάλαιο στο άλλο, που ξεκνάει από κάποια ιστορικά στοιχεία και την εργογραφία του, περνάει στις στιγμές της εμπειρίας του, πώς έζησε αυτός σαν κομμουνιστής εξόριστος κλπ, στη διένεξη που είχε με το Δελμούζο και τους λογοτέχνες και λόγιους που ανέφερα προηγουμένως. Κατά τη γνώμη μου ο Ηρακλής μπαίνει μέσα στο πετσί του Βάρναλη και μας δείχνει ιδιαίτερα στους καλλιτέχνες ποιος είναι αυτή τη στιγμή ο δρόμος που πρέπει να ακολουθήσουμε. Έχουμε ανάγκη σήμερα από περισσότερο Βάρναλη; Δεν έχουμε ανάγκη σήμερα από περισσότερο Βάρναλη. Έχουμε ανάγκη από περισσότερη Βαρναλική ουσία. Έχουμε ανάγκη από μια επαναστατική προλεταριακή τέχνη. Εκείνη την τέχνη δηλαδή που παίρνει το λαό στην αγκαλιά της και του δίνει κουράγιο για να καταφέρει αυτά τα δύσκολα βήματα που πρέπει να καταφέρει. Είναι υποχρεωμένος να τα καταφέρει.
Συμφωνώ απόλυτα με τον σύντροφο τον Κώστα τον Καζάκο ότι πραγματικά δεν υπάρχουν ήττες. Όλα αυτά που αναφέρονται ως ήττες από τους θεωρητικούς της ήττας είναι κομμάτια της μεγάλης νίκης. Δε θυμάμαι ποιος το είχε πει, ότι όλες οι μεγάλες νίκες αποτελούνται από μικρές ήττες. Αυτές λοιπόν οι εντός εισαγωγικών ήττες μόνο ένα τέτοιο νόημα μπορούν να έχουν και αυτό το ρόλο νομίζω εγώ ότι έρχεται να παίξει και πρέπει να παίξει η τέχνη. Πρέπει να πείσει, να βοηθήσει το λαό να καταλάβει τη δύναμή του και να κάνει αυτό που πρέπει να κάνει. Ο λαός μπορεί και είναι υποχρεωμένος, έχει υποχρέωση και στον εαυτό και στις επόμενες γενιές που έρχονται να κάνει το μεγάλο βήμα που είναι η ανατροπή.
Πιστεύω ότι το βιβλίο του Ηρακλή είναι ένα μικρό τουβλάκι σε όλη αυτή την υπόθεση και γι’  αυτό έχει πολύ μεγάλη αξία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου