Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου 2012

«Υπό εχεμύθειαν» (4)



Κώστας Βάρναλης και Μάρκος Αυγέρης, συνομήλικοι, είναι φίλοι από τα φοιτητικά τους χρόνια. Η φιλία κράτησε μέχρι το τέλος της ζωής τους (ο πρώτος πέθανε το 1974 ο δεύτερος το 1973). Πολλά είναι τα μεταξύ τους πειράγματα που διηγούνται όσοι τους γνώριζαν. Αρκετά αφηγείται η Έλλη Αλεξίου στο βιβλίο της «Υπό εχεμύθειαν» που πρωτοεκδόθηκε από τη «Σύγχρονη Εποχή» το 1976 και επανεκδόθηκε από τις εκδόσεις «Καστανιώτη« το 1998.  

 Μάρκος Αυγέρης, Γαλάτεια Καζαντζάκη, Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη, Έλλη Αλεξίου. 1927.

 Επίγραμμα του Μάρκου Αυγέρη στον Βάρναλη
Αφού ο ξεριάς ο Βάρναλης ντε και καλά συγράφει
πρέπει να δίνει μαλακό χαρτί στσοι τυπογράφοι
και απαντώντας ο Βάρναλης στον Αυγέρη
Ξεριάς είμαι και χείμαρρος, μ’ αυτός ξερό σκαθάρι
που και να χέσει δεν μπορεί καθάρσιο αν δεν πάρει


Αυγέρης προς τον Βάρναλη (ο οποίος είναι κουφός)
Αυγέρης: Εσύ δύο πράγματα φοβάσαι…
Βάρναλης: Ποια;
Αυγέρης: Τα τραμ που δεν τα’ ακούς και εμένα που με ακούς…


Τα σκυλιά τα αφιλότιμα, διη­γιέται ο Αυγέρης στην Έλλη Αλεξί­ου, άμα δούνε κανένα καλοντυμένο τονέ σέβουνται, άμα δούνε κανένα κουρελή λυσσάνε. Τόνε παίρνουν αποπίσω, του τραβάνε τα κουρέ­λια του, τόνε γαυγίζουν... Στα πρώτα μας νιάτα εγώ κι ο Βάρνα­λης, είχαμε τέτοια χάλια στην εμ­φάνιση, που τα σκυλιά μάς παίρνανε στο κατόπι. Κι όχι μόνο ένα ή δυο, μα πέντε κι έξι... ολόκληρη συμμορία, γαυγίζανε όλα μαζί, και παλεύαμε για ν' απαλλαγούμε από δαύτα... Εγώ φορούσα ένα πανταλόνι άσπρο, πολυβασανι­σμένο, κ' ένα σακάκι μαύρο, από ένα ύφασμα που δεν το ξανασυνάντησα σε αντρικά ρούχα. Ημουνα ακριβώς σα μάγερας πλοίου που βγήκα στο λιμάνι για περιδιάβαση. Ο Βάρναλης φο­ρούσε ένα ψαθάκι, μια μαύρη βελάδα με δυο ουρές από πίσω, που την είχε κουβαλήσει από τον Πύργο, κι ένα μαύρο πανταλόνι. Επειδή το πανταλόνι ήταν τρύπιο κι από τις δυο μεριές από πίσω και χτυπούσε πολύ η ασπράδα του σώβρακου, έπιανε τις ουρές της βελάδας με μια παραμάνα, για να μην ανοίγουν κ' έτσι να κρύβουνται οι τρύπες του πανταλονιού. Μα τα αφιλότιμα τα σκυλιά δεν τα γελούσε μήτε η παραμάνα μήτε το μπαστουνάκι. Μόλις κάναμε την εμφάνισή μας στη Δεξαμενή, μας παίρνανε αποπίσω ουρλιά­ζοντας...
(από αφήγηση Μάρκου Αυγέρη)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου